πέμπτη απόγευμα.
πρέπει να κάτσω να διαβάσω.
δε θέλω να διαβάσω
δε θέλω να βγω
δε θέλω να πάω βόλτα και
δε θέλω να μείνω μέσα και
δε θέλω να πιω καφέ
δε θέλω να καπνίσω
δε θέλω θέλω να ακούσω μουσική
δε θέλω να πάω εκδρομή αύριο
δε θέλω να πάω διακοπές
δε θέλω να δω κανέναν δε θέλω να αγαπάω κανέναν και δε θέλω να σκέφτομαι εσένα και δε θέλω να μου λείπεις και δε θέλω να μη θέλω και τι θα κάνω στη ζωή μου που είναι όλοι μαλάκες και ηλίθιοι και τι θα κάνουμε στο σύνολο που είναι κρίμα να μπορούμε και να μην κάνουμε τίποτα και να είμαστε τόσο κοντά στο να κάνουμε θαύματα και καταρράκτες και σεισμούς και πλημμύρες και έρωτα και. και τα άτομα που αγαπάω καταλαβαίνουν αλλά κατά βάθος δεν καταλαβαίνουν κι είναι άδικο να καταλαβαίνουν άλλοι αντί γι' αυτούς αλλά πάλι για ποιόν είναι άδικο, είναι όντως άδικο (;) μήπως ούτε κι εγώ καταλαβαίνω, μήπως δε θα 'πρεπε να καταλαβαίνω.
βαριέμαι, πλήττω και δε θέλω. δε θέλω τίποτα.
(!)
ΑπάντησηΔιαγραφή